Μια υπόθεση με διεθνείς προεκτάσεις και σπάνια επισημανθείσα πλευρά αναδύεται από την έρευνα γύρω από το ρωσικό φορτηγό πλοίο Ursa Major, το οποίο βυθίστηκε τον Δεκέμβριο του 2024 στη Μεσόγειο Θάλασσα, μεταξύ Ισπανίας και Αλγερίας. Η υπόθεση έχει πλέον πάρει μια νέα τροπή, καθώς οι ισπανικές αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το πλοίο μετέφερε μη δηλωμένα εξαρτήματα πυρηνικών αντιδραστήρων, πιθανώς προοριζόμενα για στρατιωτική χρήση.
Το περιστατικό είχε αρχικά χαρακτηριστεί από τους ιδιοκτήτες του Ursa Major ως «τρομοκρατική ενέργεια», μετά από εκρήξεις που σημειώθηκαν στο μηχανοστάσιο και οδήγησαν στη βύθιση του πλοίου. Ωστόσο, η συνέχεια των ερευνών αποκάλυψε λεπτομέρειες για το φορτίο που μεταφερόταν, οι οποίες έθεσαν νέα ερωτήματα τόσο για τη φύση του ταξιδιού όσο και για τον τελικό προορισμό του.
Το χρονικό της βύθισης
Το Ursa Major αναχώρησε τον Δεκέμβριο του 2024, καταπλέοντας από τον λιμένα του Άγ. Πετρούπολης με προορισμό το Βλαδιβοστόκ. Η διαδρομή που επέλεξε ήταν ασυνήθιστη, καθώς αντί να κινηθεί μέσω των συνηθισμένων διαδρομών στη Βόρεια Θάλασσα, πέρασε από τη Μεσόγειο και τον Πορθμό του Γιβραλτάρ, γεγονός που προκάλεσε την προσοχή παρατηρητών ναυτιλίας.
Στις 21 Δεκεμβρίου, όταν το πλοίο βρισκόταν σε διεθνή ύδατα μεταξύ Ισπανίας και Αλγερίας, η ταχύτητά του μειώθηκε απότομα. Σύμφωνα με στοιχεία που συλλέχθηκαν από δορυφόρους παρακολούθησης, το πλοίο άρχισε να χάνει κανονική πορεία, με αποτέλεσμα στις 23 Δεκεμβρίου 2024 να εκπέμψει σήμα κινδύνου και να αρχίσει η επιχείρηση διάσωσης.
Σε συνεργασία με ισπανικές υπηρεσίες έρευνας και διάσωσης, διασώθηκαν 14 από τα μέλη του πληρώματος, ενώ δύο άλλοι αγνοούνται μέχρι σήμερα. Η βύθιση του Ursa Major σε βάθος περίπου 2.500 μέτρων σημειώθηκε σε μια περιοχή περίπου 60 ναυτικών μιλίων νότια της Καρθαγένης.
Το «κρυμμένο» φορτίο και η αναγνώρισή του
Αρχικά, το πλήρωμα του πλοίου ισχυρίστηκε ότι στο κατάστρωμα βρίσκονταν περισσότερα από 100 άδεια κοντέινερ, δύο μεγάλοι γερανοί με ερπύστριες και δύο μεγάλα στοιχεία που χαρακτηρίστηκαν από τον καπετάνιο ως μέρος εξοπλισμού παγοθραυστικού. Οι αρχές αρχικά δέχτηκαν αυτές τις εκδοχές, μέχρι που οι ερευνητές συνδύασαν στοιχεία από αεροφωτογραφίες, αναλύσεις βάρους και τεχνικές ιδιότητες των αντικειμένων που ετέθησαν υπό εξέταση.
Η ισπανική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα δύο μεγάλα αντικείμενα σκεπασμένα με μπλε μουσαμά στην πρύμνη του πλοίου δεν ήταν απλά εξαρτήματα μηχανών ή εξοπλισμού, αλλά περιβλήματα για πυρηνικούς αντιδραστήρες του ναυτικού τύπου VM-4SG, σχεδιασμένα για χρήση σε υποβρύχια με πυρηνική πρόωση. Αυτά τα εξαρτήματα δεν περιλάμβαναν καύσιμο, αλλά είχαν μέγεθος και βάρος περίπου 65 τόνων το καθένα, γεγονός που εγείρει σοβαρά ερωτήματα για το λόγο μεταφοράς τους με τέτοιο τρόπο και χωρίς καμία επίσημη δήλωση στις ναυτιλιακές αρχές.
Οι αντιδραστήρες τύπου VM-4SG αποτελούν τεχνολογία που ανέπτυξε η Σοβιετική Ένωση για να τροφοδοτεί ναυτικές μονάδες με πυρηνική πρόωση, συμπεριλαμβανομένων υποβρυχίων με βαλλιστικούς πυραύλους. Η χρήση και διακίνηση τέτοιων τεχνολογιών υπόκειται σε διεθνείς κανονισμούς και αυστηρούς ελέγχους λόγω της στρατιωτικής και τεχνολογικής τους σημασίας.
Διεθνείς υποψίες για τελικό προορισμό
Από την αρχή της έρευνας, οι ισπανικές αρχές εξέτασαν τη διαδρομή και τη φύση του φορτίου υπό το πρίσμα πιθανών παραβιάσεων διεθνών κυρώσεων και μεταφοράς στρατιωτικού υλικού σε χώρες που υπόκεινται σε εμπάργκο ή αυστηρό έλεγχο. Μια από τις θεωρίες που κυκλοφόρησε σε διεθνείς αναφορές είναι ότι αυτά τα εξαρτήματα ενδέχεται να είχαν προορισμό τη Βόρεια Κορέα, μια χώρα με πολύ αυστηρό καθεστώς κυρώσεων και περιορισμών στη διακίνηση τεχνολογιών υψηλής στρατιωτικής σημασίας.
Δεν έχει επιβεβαιωθεί επίσημα από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές ο τελικός προορισμός ή οι αποδέκτες των φορτωμένων εξαρτημάτων, ούτε αν υπήρχαν άδειες ή επίσημες δηλώσεις για τον χειρισμό και μεταφορά τέτοιου τύπου υλικών. Παρόλα αυτά, η υπόθεση συνεχίζει να προκαλεί ανησυχίες για μυστικές διαδρομές στρατιωτικού υλικού μέσω διεθνών θαλάσσιων οδών.
Τα επόμενα βήματα
Οι έρευνες για το Ursa Major και τα φορτία που μετέφερε παραμένουν ανοικτές σε διεθνές επίπεδο, με εμπλεκόμενες υπηρεσίες να συνεχίζουν να συλλέγουν στοιχεία, μαρτυρίες και τεχνικές αναλύσεις. Το περιστατικό έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον όχι μόνο των ισπανικών αρχών, αλλά και οργανισμών που παρακολουθούν τη διακίνηση ευαίσθητου στρατιωτικού υλικού και την εφαρμογή διεθνών ρυθμίσεων περί μεταφοράς πυρηνικών τεχνολογιών.
Η υπόθεση του Ursa Major εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη διαφάνεια στις ναυτιλιακές δηλώσεις φορτίων, τον ενδεχόμενο ρόλο υπηρεσιών ασφαλείας, αλλά και τις δυνατότητες ελέγχου σε διεθνή ύδατα όταν μεταφέρονται ευαίσθητα στρατιωτικά εξαρτήματα χωρίς εμφανή δικαιολογία ή επίσημη τεκμηρίωση.